ΠΟΝΤΙΑΚΟΣ ΠΑΙΔΟΤΟΠΟΣ

Περί της Ποντιακής στην Τουρκία

Κι από το 1800 που ο Isazade Haci Salih Efendi με το παροιμιώδες τρίπτυχο «Προσοχή στα ζώα, Προσοχή στο γείτονά σου, Προσοχή στους Άπιστους» θέτει την απαγόρευση της ποντιακής διαλέκτου σε καθαρά θρησκευτική βάση, στον Ziya Gökalp και στον εξοβελισμό της Οθωμανικής γλώσσας και της Αραβικής γραφής υπό το πρίσμα της θεώρησης του Οθωμανικού Πολιτισμού ως συνέχειας του Ρωμαίικου, με αποτέλεσμα την αποκοπή από την εξαιρετικά πλούσια Οθωμανική και Ισλαμική γραμματεία. Τελικά ποιος είναι ο εχθρός; Ο άπιστος ή ο Ρωμιός; Και σήμερα που και τα δυο αυτά στοιχεία έχουν πλήρως εξαλειφθεί από την περιοχή, τι εμποδίζει τη διάσωση αυτής της διαλέκτου; Μήπως ο «εχθρός» τελικά είναι η Μνήμη;

Λένα Σαββίδου



Thalassa Karadeniz

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Πως εξελίχθηκε η Ποντιακή γλώσσα. Σ. Χατζησαββίδης


Πως εξελίχθηκε η ποντιακή γλώσσα στο πέρασμα των χρόνων. 
Του Σωφρόνη Χατζησαββίδη, κοσμήτορα της Παιδαγωγικής σχολής του ΑΠΘ


  • Εκτεταμένο απόσπασμα συγγράμματος του κοσμήτορα της Παιδαγωγικής σχολής του ΑΠΘ Σ. Χατζησαββίδη, έπειτα από επιτόπια έρευνά του σε πολλά ποντιακά χωριά κυρίως της Μακεδονίας, στη διάρκεια της οποίας συγκέντρωσε γλωσσικό υλικό και πληροφορίες για τους χώρους στους οποίους ζουν οι ομιλητές της ποντιακής.
Γεωγραφική κατανομή της διαλέκτου

Από τα 1.221.849 άτομα που υπολογίζονται οι μικρασιάτες πρόσφυγες, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα με την ανταλλαγή των πληθυσμών (Λαυρεντίδης, 1972-1974), ένας αριθμός (που οι εκτιμήσεις τον ανεβάζουν σε 300.000-400.000 άτομα) ήταν ποντιακής καταγωγής. Οι άνθρωποι αυτοί εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Μακεδονία και τη Θράκη• ένας αριθμός κυρίως αστών Ποντίων εγκαταστάθηκε στις γύρω από την Αθήνα και τον Πειραιά περιοχές. Από τη δεκαετία του 1920 έως σήμερα έχει έρθει στην Ελλάδα ένας καθόλου ευκαταφρόνητος αριθμός Ποντίων, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν και εγκαθίστανται είτε στις μεγάλες πόλεις (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πειραιάς), είτε στα χωριά, όπου κατοικούν άτομα ποντιακής καταγωγής, είτε, τα τελευταία χρόνια, σε ειδικά επιλεγμένες από το ελληνικό κράτος περιοχές (Φαρκαδών, Σάππες, Παλαγία κ.ά.) Τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους, όπως είναι φυσικό, οι ποντιακής καταγωγής ομιλητές της ποντιακής διαλέκτου επικοινωνούσαν αποκλειστικά στη διάλεκτό τους. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, η ανάγκη επικοινωνίας με την ελληνική διοίκηση και τους υπόλοιπους μη ποντιακής καταγωγής Έλληνες συνετέλεσε, ώστε οι περισσότεροι, ιδίως οι νεότεροι, να μάθουν και την κοινή νεοελληνική. Από την άλλη, το σχολείο, η αστυφιλία, τα ΜΜΕ, η μετανάστευση και ο θάνατος των περισσότερων Ποντίων της πρώτης γενιάς επέφεραν τη σταδιακή συρρίκνωση της διαλέκτου, με αποτέλεσμα η σημερινή φυσιογνωμία της να διαφέρει κατά πολύ από αυτήν που παρουσίαζε πριν 50-70 χρόνια. Σήμερα σχεδόν όλοι οι ομιλητές της ποντιακής χρησιμοποιούν ως κύριο όργανο επικοινωνίας την κοινή νεοελληνική και μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις και σε ειδικές περιστάσεις επικοινωνίας χρησιμοποιούν την ποντιακή. Μερικές από τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι ομιλητές της ποντιακής χρησιμοποιούν παράλληλα με την κοινή νεοελληνική και τη διάλεκτο, είναι ο μεταξύ τους χαιρετισμός, η έναρξη μιας μεταξύ τους επικοινωνίας, η αναφορά σε φράσεις στερεότυπες, παροιμίες, στίχους τραγουδιών κ.ά., που δεν έχουν το αντίστοιχό τους στην κοινή νεοελληνική, η πιστή απόδοση φράσεων που λέει ή έλεγε κάποιος προγονός τους, ομιλητής της ποντιακής, όταν θέλουν να καταδείξουν την ποντιακή τους ταυτότητα και όταν συζητούν θέματα που σχετίζονται με τον Πόντο και την καταγωγή τους.

Εννοείται πως όλες οι παραπάνω περιπτώσεις και περιστάσεις επικοινωνίας αναφέρονται στον προφορικό λόγο. Ο γραπτός λόγος στην ποντιακή ως μέσο επικοινωνίας σπανίζει.
Οι κοινωνικές αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών (μετανάστευση, εγκατάλειψη οικισμών) δημιούργησαν νέα δεδομένα, με αποτέλεσμα αρκετές πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν στις προ του 1970 προσπάθειες να μην ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα.
Η Επιτροπή Ποντιακών Μελετών, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ανέλαβε μια αξιόλογη πρωτοβουλία, η οποία, χωρίς να επεκταθεί στον εντοπισμό και την καταγραφή των ποντιακών οικισμών, έμεινε στο επίπεδο της συγκέντρωσης και καταγραφής γλωσσικού υλικού (Λαμψίδης, 1968).
Στον τομέα της συγκέντρωσης και καταγραφής γλωσσικού υλικού, έγινε και μια δεύτερη προσπάθεια κατά τη δεκαετία του 1960 (Λιανίδης, 1968). Σήμερα είναι η αλήθεια πως διαθέτουμε ένα μεγάλο αριθμό δημοσιευμένων κειμένων (παραμύθια, διηγήσεις, ποιήματα, τραγούδια, παροιμίες κ.ά.) σε ποντιακή διάλεκτο. Όλα αυτά, όμως, αντιπροσωπεύουν τη "λογοτεχνική" τρόπον τινά μορφή της διαλέκτου στην κατάσταση που βρισκόταν στις αρχές του 20ού αι. Λείπει εντελώς γλωσσικό υλικό της καθημερινής γλώσσας των Ποντίων, ιδιαίτερα της σύγχρονης. Είναι βέβαιο πως υπάρχει πλούσιο μαγνητοφωνημένο υλικό, το οποίο όμως βρίσκεται στην κατοχή ποντιακών σωματείων και ιδιωτών. Η συγκέντρωση και η μελέτη του υλικού αυτού μπορεί ασφαλώς να δώσει τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης μορφής της διαλέκτου, τις επιδράσεις που δέχτηκε και την πορεία που ακολουθεί.

Μορφές διαλέκτου

Από την παλαιότερη έρευνα που πραγματοποίησα (1982-1985) και την πιο πρόσφατη (1992-1993), έχοντας υπόψη τα παραπάνω δεδομένα, διαπιστώθηκε πως σήμερα στον ελλαδικό χώρο υφίστανται τρεις κυρίαρχες μορφές της ποντιακής διαλέκτου, οι οποίες σχετίζονται κυρίως με τον τόπο καταγωγής των ομιλητών. Οι μορφές αυτές είναι οι εξής:

Μορφή Ι: Σε αυτήν ανήκουν τα ιδιώματα των Ποντίων που κατάγονται από τις περιοχές της Τραπεζούντας, Ματσούκας, Γαλίενας, Σουρμένων, Κερασούντος, Όφεως και από μερικές άλλες παραθαλάσσιες περιοχές του Πόντου. Κύρια χαρακτηριστικά της είναι ο μικρός δανεισμός από την τουρκική γλώσσα και τις διαλέκτους της στη φωνητική και το λεξιλόγιο συγκριτικά με τις άλλες μορφές της ποντιακής, η εμφάνιση των διφθόγγων [ια] και [ιο] εκεί όπου στις άλλες μορφές εμφανίζονται οι φθόγγοι [a] [o] και η σπανιότατη χρήση των κλειστών άηχων δασέων φθόγγων.
Μορφή II: Σε αυτήν ανήκουν τα ιδιώματα των Ποντίων που κατάγονται από τις περιοχές της Σαμψούντας, Σάντας, Κρώμνης, Αργυρούπολης και των περιχώρων της, Νικόπολης και των αποικιών των μεταλλωρύχων (Ακντάγ Μαντέν, Γκιουμούς Μαντέν) και από άλλες περιοχές της ενδοχώρας του Πόντου. Χαρακτηριστικά αυτής της μορφής είναι ο μεγαλύτερος σε σχέση με την προηγούμενη μορφή δανεισμός από την τουρκική γλώσσα και τις διαλέκτους της, η εμφάνιση των φθόγγων [a] και [o] αντί των διφθόγγων [ια] και [ιο] και η σε μεγάλο βαθμό εμφάνιση των δασέων άηχων κλειστών φθόγγων.
Μορφή III: Περιλαμβάνονται σε αυτήν τα γλωσσικά ιδιώματα των ποντίων ομιλητών που κατάγονται από την περιοχή του ρωσικού Καυκάσου (Καρς, Βατούμ κ.ά.), οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο όχι μόνο κατά την περίοδο 1922-1930 αλλά και αργότερα. Κύρια χαρακτηριστικά αυτής της μορφής είναι η συχνότατη εμφάνιση των δασέων άηχων κλειστών φθόγγων και ο σχετικά μεγάλος λεξιλογικός δανεισμός από την τουρκική γλώσσα και τις διαλέκτους της. Εμφανίζονται και σε αυτήν τη μορφή οι φθόγγοι [a] και [o] και οι κλειστοί δασείς φθόγγοι [ph], [th] και [kh].

Κοινωνιογλωσσολογικές παρατηρήσεις


Οι ερευνητές των γεωγραφικών διαλέκτων στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, όπου οι επίσημες γλώσσες των κρατών, με τη βοήθεια των ΜΜΕ και με την αύξηση της παρεχόμενης εθνικής εκπαίδευσης, αναγκάζουν σε συρρίκνωση και εξαφάνιση τις υφιστάμενες τοπικές διαλέκτους, μπαίνουν συχνά στον πειρασμό να περιγράψουν και να μελετήσουν το φαινόμενο της "πορείας προς το θάνατο" της κάθε διαλέκτου. Η ποντιακή διάλεκτος, όπως και οι άλλες νεοελληνικές διάλεκτοι, βρέθηκε την τελευταία εβδομηκονταετία σε τέτοιες κοινωνικές, ιστορικές και πολιτικές συνθήκες, οι οποίες την οδήγησαν σε ένα δομικό και λειτουργικό περιορισμό, αφού σήμερα κυρίαρχη γλώσσα επικοινωνίας σχεδόν του συνόλου των ομιλητών της ποντιακής είναι η νεοελληνική. Για τη διαπίστωση της ύπαρξης αυτών των περιορισμών αρκεί ένας απλός έλεγχος. Η παραγωγή λόγου στην ποντιακή υστερεί ποσοτικά και ποιοτικά στις μικρότερες ηλικίες σε σύγκριση με τις μεγαλύτερες, ενώ το επίπεδο ύφους, στο οποίο χρησιμοποιείται η ποντιακή διάλεκτος, είναι αποκλειστικά σχεδόν ο προφορικός καθημερινός λόγος και μάλιστα μεταξύ προσώπων οικείων. Ο κατεξοχήν τομέας της διαλέκτου, όπου διαπιστώνεται εμφανέστατα η συρρικνωτική της πορεία, είναι ο τομέας του λεξιλογίου.

Εντυπωσιακές διαφορές μεταξύ δεύτερης και τρίτης γενιάς


Από έρευνα που πραγματοποίησε ο καθηγητής σε τρία χωριά όπου κατοικούσαν αμιγώς Πόντιοι -Ροδοχώρι Ναούσης, Δρακόντιο και Μαυροράχη- προέκυψε μεταξύ άλλων το εξής συμπέρασμα:
Περισσότερο εντυπωσιακή είναι η διαφορά μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης γενιάς, πράγμα που δείχνει και την επιτάχυνση του ρυθμού της συρρικνωτικής πορείας της ποντιακής διαλέκτου, γεγονός που αναμφίβολα συνδέεται με τη γενίκευση της εκπαίδευσης, της εξάπλωσης των ΜΜΕ και γενικά της μείωσης των συνθηκών που συντελούν στη διατήρηση των τοπικών διαλέκτων, παραγόντων, οι οποίοι έγιναν πιο έντονοι κυρίως μετά τη δεκαετία του '60. Αν ο βαθμός κατάκτησης του λεξιλογίου θεωρηθεί αντιπροσωπευτικός του βαθμού κατάκτησης της διαλέκτου, η πορεία προς το θάνατο της ποντιακής διαλέκτου φαίνεται πως άρχισε να συντελείται με γοργούς ρυθμούς. Η παραπάνω εικόνα είναι βέβαια απόρροια της στατιστικής ανάλυσης των δεδομένων. Εδώ όμως πρέπει να επισημάνουμε μια παράμετρο, η οποία δεν αναδύθηκε άμεσα από τα δεδομένα της έρευνας• πρόκειται για την παράμετρο της στάσης των ποντίων ομιλητών απέναντι στη διαλεκτό τους. Μολονότι αναγνωρίζουν τη νεοελληνική ως το κυρίαρχο γλωσσικό όργανο, αποδίδουν στην ποντιακή διάλεκτο χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα που κατά τη γνώμη τους δεν υπάρχουν στη νεοελληνική. Αυτές οι πεποιθήσεις τούς κάνουν να είναι πρόθυμοι να συμβάλουν στη διατήρηση της διαλέκτου τους και να τη χρησιμοποιούν κάθε φορά που τους το επιτρέπουν οι συνθήκες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου